Γαϊδουράγκαθο Άνθος 50γρ

2.20

Οι ώριμοι καρποί του Silybum Marianum, οι οποίοι αποτελούν την δρόγη του φυτού, χορηγούνται σε περιπτώσεις προβλημάτων δυσπεψίας, ενώ το τυποποιημένο εκχύλισμα της δρόγης έχει σαν ένδειξη το ήπαρ που έχει υποστεί βλάβη λόγω τοξινών, αλλά και ως συμπληρωματική θεραπεία σε περιπτώσεις χρόνιας φλεγμονώδους ηπατικής ασθένειας και σε ηπατική κίρρωση.

Συσκευασία: craft  οικολογικό

Γαϊδουράγκαθο Άνθος 50γρ
2.20

Είναι μια πόα, γνωστή από την αρχαιότητα για τη δράση της σε ηπατικές παθήσεις, παθήσεις στη χολή, καθώς και ως ηπατοπροστατευτικό σε δηλητηριάσεις από χημικές και περιβαλλοντολογικές τοξίνες, δαγκώματα φιδιών, τσιμπήματα εντόμων, δηλητηριώδη μανιτάρια και λήψη υπερβολικής ποσότητας οινοπνεύματος. Σήμερα είναι το πιο μελετημένο φυτό για τη θεραπεία ηπατοπαθειών με πάνω από 450 δημοσιεύσεις παγκοσμίως. Στην Ελλάδα είναι γνωστό με το όνομα γαιδουράγκαθο αλλά και ως κουφάγκαθο, αγκάθι και αγκάβατος. Επίσης από την αρχαιότητα ακόμα έχει επικρατήσει η ονομασία “Σίλυβο”.
Οι πρώτες αναφορές στο φυτό έγιναν από τον Θεόφραστο κατά τον 4ο αι. π.χ όπου αναφέρεται με το όνομα “Πτέρνιξ”. Στη συνέχεια ο Διοσκουρίδης συνιστά το “Μέγα Κενταύριον”, ή “Σίλυβον” για την επούλωση των πληγών.  Σύμφωνα με την παράδοση το Silybum Marianum έχει χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις του ήπατος και της χολής ως διεγερτικό της παραγωγής γάλακτος, ως αντικαταθλιπτικό, ως αντίδοτο σε δηλητηριάσεις από μύκητες του γένους Amanita καθώς και από άλλες τοξίνες του περιβάλλοντος. Άλλες περιπτώσεις στις οποίες έχει χρησιμοποιηθεί είναι διαταραχές της εμμήνου ρύσης, ανωμαλίες του σπλήνα και των νεφρών. Οι βλαστοί, τα φύλλα, τα άνθη, η ρίζα και ο μίσχος του φυτού είναι βρώσιμα ενώ οι ψημένοι καρποί του αποτελούν υποκατάστατο του καφέ.
Η δρόγη του φυτού (καρποί) οφείλει τις ιδιότητές της στη “σιλυμαρίνη”
Σχετικά με το μηχανισμό δράσης της σιλυμαρίνης στο ήπαρ, η αντιτοξική της δράση σε περίπτωση δηλητηρίασης από τον μύκητα Amanita phalloides (τοξικό μανιτάρι) οφείλεται στη διακοπή της εντεροηπατικής κυκλοφορίας των τοξινών του μύκητα, στην παρεμπόδιση της σύνδεσής τους με τις μεμβράνες των ηπατικών κυττάρων, όπως και στην αποτροπή της εισόδου τους στο κύτταρο. Η αντιτοξική της δράση σε άλλες περιπτώσεις, όπως η παρακεταμόλη, έχει διαφορετικό μηχανισμό. η αναγεννητική δράση της στο ήπαρ σχετίζεται με τη σύνδεση της σιλυβίνης σε υπομονάδα της RNA πολυμεράσης, που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της πρωτεϊνοσύνθεσης, ενώ η αντιινιδιακή της δράση στο ήπαρ, η οποία την καθιστά σημαντικό θεραπευτικό συμπλήρωμα σε περίπτωση κίρρωσης, σχετίζεται με εμπλοκή της στο σχηματισμό λευκοτριενίων.
Σήμερα, σύμφωνα με τις μονογραφίες της Γερμανικής Comission E (1986), οι ώριμοι καρποί του Silybum Marianum, οι οποίοι αποτελούν την δρόγη του φυτού, χορηγούνται σε περιπτώσεις προβλημάτων δυσπεψίας, ενώ το τυποποιημένο εκχύλισμα της δρόγης έχει σαν ένδειξη το ήπαρ που έχει υποστεί βλάβη λόγω τοξινών, αλλά και ως συμπληρωματική θεραπεία σε περιπτώσεις χρόνιας φλεγμονώδους ηπατικής ασθένειας και σε ηπατική κίρρωση. Είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι σε περιπτώσεις δηλητηρίασης από μύκητες του γένους Amanita, η θεραπεία που συστήνεται είναι η ενδοφλέβια έγχυση ενός παραγώγου της συλιβίνης (εμπορική ονομασία Legalon SIL).

Περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιείται σήμερα είναι σε χοληστερίνη, ηπατίτιδα, πέτρα στη χολή, καρκίνο, αλλά και ως πρώτη ύλη για τη δημιουργία ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Ένα πολύ θετικό στοιχείο του Silybum Marianum είναι το γεγονός ότι είναι ένα ιδιαίτερα ασφαλές φυτό. Παρ’ όλο που είναι ένα από τα πιο μελετημένα φυτά που χρησιμοποιούνται, έχουν σημειωθεί ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση του φυτού, χωρίς καμία από αυτές να είναι ιδιαίτερα σοβαρή. Έχει διαπιστωθεί ήπια καθαρτική δράση, κυρίως σε περιπτώσεις χορήγησης μεγάλης δόσης σιλυμαρίνης, ενώ δεν έχουν αναφερθεί αλληλεπιδράσεις του φυτού με άλλα φάρμακα.

Επιπλέον πληροφορίες

Βάρος 0.050 γρ.